Image
Image
Image
Image

Ετήσια Έκθεση ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2022

«Κρίσεις, ελληνική οικονομία και μικρές επιχειρήσεις»

ekthesi gsbee 2

Με επιτυχία παρουσιάστηκε, τη Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2022, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο της ΓΣΕΒΕΕ, η Ετήσια Έκθεση 2022 του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ «Κρίσεις, ελληνική οικονομία και μικρές επιχειρήσεις».
Η εκδήλωση, η οποία διοργανώθηκε σε υβριδική μορφή συνδυάζοντας την δια ζώσης αλλά και την διαδικτυακή παρακολούθηση, συγκέντρωσε το ενδιαφέρον περισσότερων από 350 συμμετεχόντων συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων της κυβέρνησης, των κομμάτων, της αντιπολίτευσης, της Τράπεζας της Ελλάδος καθώς και εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων, της επιστημονικής και της επιχειρηματικής κοινότητας.

ekthesi gsbee 5

Η εκδήλωση υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου «Παρεμβάσεις της ΓΣΕΒΕΕ για τη συστηματική παρακολούθηση και πρόγνωση αλλαγών του παραγωγικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων» με κωδικό ΟΠΣ 5003864. Το έργο συγχρηματοδοτείται από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα & Καινοτομία 2014-2020».

ekthesi gsbee 1

Βασικά σημεία της ετήσιας Έκθεσης ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2022 «Κρίσεις, ελληνική οικονομία και μικρές επιχειρήσεις».

1. Για την ελληνική οικονομία το έτος 2021 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα έτος ανάκαμψης από την πανδημία, με το ΑΕΠ να μεγεθύνεται κατά 7,50% σε σταθερές τιμές, επιστρέφοντας κοντά στο επίπεδο του 2019, που ήταν η χρονιά πριν την πανδημία και μία από τις καλύτερες χρονιές για την ελληνική οικονομία, μετά την κρίση χρέους. Ωστόσο, ο ρυθμός ανάκαμψης της Ελλάδας σε σχέση με το επίπεδο του 2019 ήταν από τους χαμηλότερους στην ΕΕ.
2. Οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών το 2021 αυξήθηκαν κατά 4,68%, χωρίς ωστόσο να φτάσουν το επίπεδο του 2019, ενώ κατά το 1ο εξάμηνο του 2022 ξεπέρασαν τις αντίστοιχες δαπάνες του 2019, αγγίζοντας τα επίπεδα του 2011.
3. Η δημόσια κατανάλωση το 2021 αυξήθηκε κατά 2,11% η οποία είναι μία από τις χαμηλότερες αυξήσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Σε ελαφρώς αυξημένα επίπεδα βρίσκεται και για το 1ο εξάμηνο του 2022.
4. Οι επενδύσεις το 2021 παρουσιάζουν σημαντική αύξηση φτάνοντας τα 23.731 εκ. €, που αποτελεί την καλύτερη επίδοση μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Η καθαρή αποεπένδυση που συντελείται στην ελληνική οικονομία εδώ και 12 χρόνια ήταν για πρώτη φορά αισθητά μειωμένη.
5. Το 2021 παρατηρήθηκε μία πρωτόγνωρη αύξηση των εισροών Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, οι οποίες ανήλθαν στα 5.350 εκ. €. Ωστόσο, εάν δούμε τη συνολική εικόνα των αποθεμάτων Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, θα διαπιστώσουμε ότι αυτές γνώρισαν σημαντική μείωση το 2020 κατά 21% περίπου και η αύξηση των εισροών το 2021 δεν ήταν ικανή να επαναφέρει τα αποθέματα στο επίπεδο πριν την πανδημία.
6. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών μειώθηκε στα -11.560 εκ. € σε σταθερές τιμές, αλλά εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα υψηλό, ενώ αναμένεται το 2022 να εκτιναχθεί λόγω της αύξησης των τιμών των καυσίμων.
7. Θετική εξέλιξη αποτελεί η συνέχιση της αποκλιμάκωσης της ανεργίας το 2021 και το 2022. Ωστόσο το ποσοστό ανεργίας της Ελλάδας εξακολουθεί να είναι υψηλό. Παράλληλα με τη μείωση της ανεργίας αυξάνονται και οι κενές θέσεις εργασίας στην Ελλάδα, οι οποίες όμως είναι αναλογικά πολύ λιγότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ.
8. Η ανάκαμψη των καταθέσεων, η οποία είχε ξεκινήσει από τα τέλη του 2018 συνεχίζεται, αλλά με χαμηλότερους ρυθμούς, φτάνοντας στα 217.747 εκ. € τον Δεκέμβριο του 2021 και στα 226.061 εκ. € τον Σεπτέμβριο του 2022 οι οποίες, ωστόσο, δεν έχουν φτάσει ακόμα τα επίπεδα πριν την κρίση χρέους.

ekthesi gsbee 3

9. Όσον αφορά στα επιτόκια, έφτασαν τον Σεπτέμβριο του 2022 στο 4,60% από 4,00% που ήταν τον προηγούμενο μήνα. Παράλληλα, το επιτόκιο καταθέσεων μέχρι στιγμή παραμένει πρακτικά σε μηδενικό επίπεδο, ενώ, αν λάβουμε υπόψη το ύψος του πληθωρισμού, είναι σημαντικά αρνητικό.
10. Επιπλέον, τα επιτόκια δανεισμού είναι σημαντικά υψηλότερα για τους αυτοαπασχολούμενους, τους αγρότες και τις ατομικές επιχειρήσεις σε σχέση με τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, με τις πρώτες να δανείζονται με έως και 2,5% υψηλότερο επιτόκιο από τις δεύτερες.
11. Η αύξηση της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας συνεχίζεται φτάνοντας σε καθαρές ροές τα 5.677 εκ. € το 2021 και στα 9.864 εκ. € την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022. Ωστόσο, η εικόνα αυτή δεν αφορά τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις τα οποία εξακολουθούν να είναι αποκλεισμένα και να δέχονται σταθερά μειούμενη ροή χρηματοδότησης.
12. Στην Ελλάδα, μετά από μία σύντομη περίοδο αποπληθωρισμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εμφανίστηκε πληθωρισμός στα μέσα του 2021 με σχετική καθυστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης και κλιμακώθηκε ραγδαία το 2022 ξεπερνώντας το 12% τον Ιούνιο. Τέτοια επίπεδα πληθωρισμού είχαμε να δούμε στη χώρα μας από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.
13. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών σημειώθηκαν στην ενέργεια, με το φυσικό αέριο να αυξάνεται μεσοσταθμικά το 2022 κατά 282,51% σε σχέση με το 2020, ενώ το πετρέλαιο και το ηλεκτρικό ρεύμα αυξήθηκαν κατά 79,56% και 59,87% αντίστοιχα.
14. Οι πληθωριστικές τάσεις παρέσυραν και το κόστος μεταφορών, το οποίο αυξήθηκε κατά 20,34%, καθώς και το κόστος διατροφής, το οποίο έχει πολύ μεγάλο βάρος στο καλάθι του καταναλωτή, κατά 12,04%.
15. Μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, τον οποίον προκάλεσαν τα μέτρα στήριξης της οικονομίας το 2020, το έλλειμμα το 2021 περιορίστηκε κατά -17,60%, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται στο ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο των -13.538 εκ. €. Η κατάσταση βελτιώνεται σημαντικά το 2022, όπου το 2ο τρίμηνο περάσαμε για πρώτη φορά σε πλεόνασμα μετά το 2019.
16. Το ενοποιημένο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης συνεχίζει να αυξάνεται φτάνοντας τα 359.110 εκ. € το 2ο τρίμηνο του 2022, όμως ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο 182,1%, κυρίως λόγω της αύξησης του ΑΕΠ, μετά το ιστορικό μέγιστο του 209,3% κατά το 1ο τρίμηνο του 2021. Με βάση την αναλογία χρέους/ ΑΕΠ η Ελλάδα είναι η πιο υπερχρεωμένη χώρα στην ΕΕ και η 4η πιο υπερχρεωμένη χώρα στον κόσμο. Η συγκυρία δημιουργεί σημαντικές επισφάλειες για την εξέλιξη του χρέους για τα επόμενα χρόνια σε περίπτωση μίας γενικευμένης ύφεσης λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς και λόγω της αύξησης των επιτοκίων, η οποία φαίνεται πως θα συνεχιστεί.

ekthesi gsbee 4

Η εικόνα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων

1. Οι ανατιμήσεις, ιδίως στις τιμές ενέργειας, προκάλεσαν στις επιχειρήσεις τρεις σοβαρές και αλληλένδετες επιπτώσεις.
2. Η πρώτη επίπτωση ήταν η σημαντική αύξηση του κόστους λειτουργίας τους. Ειδικότερα, το πρώτο εξάμηνο του 2022 το κόστος ενέργειας αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 76%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 43,5%, το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 57,8% και το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 26,2%.
3. Η δεύτερη επίπτωση ήταν ο ιστορικά υψηλός αριθμός των επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές πώλησης των αγαθών/υπηρεσιών. Με βάση τις έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι αύξησαν τις τιμές τους διαρκώς αυξάνονται, καθώς από 6,6% που ήταν το 2ο εξάμηνο του 2020, ανήλθαν στο 23,6% το 1ο εξάμηνο του 2021, στο 34,8% το 2ο εξάμηνο του 2021 και στο 59,2% το 1ο εξάμηνο του 2022.
4. Η τρίτη επίπτωση, που σχετίζεται τόσο με την αύξηση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων, όσο και με τις επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης, αφορά στα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας που παρουσιάζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Το πρόβλημα ρευστότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αποτυπώνεται από την αύξηση των ήδη υψηλών ποσοστών των επιχειρήσεων με μηδενικά ή αρκετά χαμηλά ταμειακά διαθέσιμα. Η κατάσταση φαίνεται να έχει επιδεινωθεί σημαντικά από την έναρξη της πανδημίας, καθώς οι επιχειρήσεις οι οποίες τον Ιούλιο του 2022 δήλωσαν ότι είχαν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα αντιστοιχούσαν στο 27,8% του συνόλου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Ειδικά για τις πολύ μικρές, που αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων, τα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα, καθώς και η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης.

ekthesi gsbee 6

5. Από την άλλη, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων ενισχύθηκε περαιτέρω, τόσο το δεύτερο εξάμηνο του 2021 όσο και το πρώτο εξάμηνο του 2022. Συγκεκριμένα, ανήλθε στις 52,4 και 54,3 μονάδες αντίστοιχα, καταγράφοντας το πρώτο εξάμηνο του 2022 την υψηλότερη επίδοση από την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης, χωρίς ωστόσο να προσεγγίζει το προ πανδημίας επίπεδο.
6. Αυξητικά κινήθηκε και η απασχόληση, ενώ ενισχυμένο ήταν και το ποσοστό των επιχειρήσεων που πραγματοποίησε επενδύσεις. Το πλήρες άνοιγμα της οικονομίας, η πολύ καλή τουριστική περίοδος, η μείωση φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων και τα μέτρα αντιμετώπισης των υψηλών τιμών ενέργειας, θεωρούνται οι βασικοί παράγοντες των θετικών αυτών εξελίξεων.
7. Ωστόσο, σε σχέση με τις επενδύσεις, από τα στοιχεία φαίνεται πως αποτελούσαν κυρίως επενδύσεις προσαρμογής ή συντήρησης και λιγότερο επέκτασης ή ανάπτυξης. Με άλλα λόγια, το μεγάλο μέρος των επενδύσεων ήταν μικρής κλίμακας, δεδομένου ότι το ύψος της επένδυσης για περισσότερες από 1 στις 2 επιχειρήσεις ήταν έως 5.000€, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων (περισσότερες από 8 στις 10) χρηματοδότησε την επένδυση που πραγματοποίησε με ίδια κεφάλαια.
8. Τέλος, όσον αφορά στον ψηφιακό μετασχηματισμό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, παρατηρείται υστέρηση στην ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών. Είναι χαρακτηριστικό πως από τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που έχουν ενσωματώσει νέες τεχνολογίες στη δραστηριότητα τους μόνο το 17,4% τις υιοθέτησε κατά τη διάρκεια της πανδημίας.