Image
Image
Image
Image

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΟΣΜΗΜΑΤΟΣ ΗΛΙΑ ΛΑΛΑΟΥΝΗ

lalaounis 4 

Μοναδικό μουσείο για το σύγχρονο κόσμημα στην Ελλάδα

Περιοδική έκθεση εμπνευσμένη από το «Αττικό Τοπίο»

Το Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη είναι το μοναδικό Μουσείο για το σύγχρονο κόσμημα στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1993 και άνοιξε στο κοινό τον Δεκέμβριο του 1994, ως μη κερδοσκοπικός οργανισμός πολιτιστικού χαρακτήρα. Το ΜΚΗΛ στεγάζεται στο παλιό εργαστήριο του Ηλία Λαλαούνη, στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Το κτίριο, μία όμορφη οικία της δεκαετίας του ‘30, ανακαινίσθηκε από τον Βασίλη Γρηγοριάδη σε σχέδια του Γάλλου αρχιτέκτονα Bernard Zehrfuss. Σήμερα το Μουσείο στεγάζει στις μόνιμες συλλογές του περισσότερα από 4000 κοσμήματα και μικρογλυπτά από 50 συλλογές, σχεδιασμένες από τον ιδρυτή του Ηλία Λαλαούνη, μεταξύ του 1940 και 2000.

 lalaounis

Κοσμήματα, μικρογλυπτά και έργα διακοσμητικών τεχνών προστίθενται στις μόνιμες συλλογές από το 2001, τόσο από τον ελληνικό, όσο και από άλλους πολιτισμούς, με αποτέλεσμα τα εκθέματα του Μουσείου να εμπλουτίζονται συνεχώς. Περιοδικές εκθέσεις, πολιτιστικά και ερευνητικά προγράμματα και εκπαιδευτικές προτάσεις για παιδιά και νέους, εκδόσεις και προγράμματα ενηλίκων οργανώνονται διαρκώς. Οι πολιτιστικές πρωτοβουλίες του ΜΚΗΛ δίνουν έμφαση σε κοινωνικά προγράμματα για ειδικές ομάδες, όπως εκπαιδευτικές δραστηριότητες για μαθητές και άτομα με ειδικές ανάγκες, καθώς και διαλέξεις και εργαστήρια για ενήλικες, ενώ συχνά επικεντρώνονται σε θέματα διακοσμητικών τεχνών, στην χρυσοχοΐα, στον σχεδιασμό και την πρακτική της κατασκευής του κοσμήματος.

Το ΜΚΗΛ είναι ένας ζωντανός και σύγχρονος οργανισμός με εκθέματα, δραστηριότητες και χώρους για μικρούς και μεγάλους. Ατενίζοντας το μέλλον, το Μουσείο εστιάζει τους στόχους του στην εξέλιξή του σε ένα διεθνές κέντρο προαγωγής της ιστορίας του κοσμήματος, της τέχνης της χρυσοχοΐας, αλλά και των διακοσμητικών και εφαρμοσμένων τεχνών γενικότερα.

lalaounis 1 

Έκθεση για το Αττικό Τοπίο

Τέσσερις σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες ζωγραφίζουν στη φύση και συνομιλούν με objets d’art από τις συλλογές αγριολούλουδα, μικρόκοσμος, γλαυκές του μουσείου κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη

Για τους σκοπούς της έκθεσης αυτής το ΜΚΗΛ παρουσιάζει τις τρεις σημαντικότερες συλλογές Μικρογλυπτών που σχεδίασε ο Ηλίας Λαλαούνης από το 1970 έως το 1975 - πολύτιμα εκθέματα που ανήκουν σήμερα στις Μόνιμες Συλλογές του ΜΚΗΛ και αναγνωρίστηκαν διεθνώς, ήδη από την δεκαετία του ’70, τόσο για την εικαστική όσο και για την τεχνική τους αρτιότητα.

lalaounis 2

Στα Αγριολούλουδα (1970), συλλογή αφιερωμένη στον φυσιοδίφη Ιωάννη Λαλαούνη, πατέρα του Ηλία (και εμπνευσμένη από τον εικονογραφημένο τόμο της Νίκης Γουλανδρή) τα γνώριμα άνθη της Αττικής γης αποτυπώνονται σε χρυσό και παρουσιάζονται ‘ριζωμένα’ σε βάσεις από ημιπολύτιμα ορυκτά. Δουλεμένα με απόλυτη προσήλωση στη λεπτομέρεια τα έργα του Λαλαούνη μοιάζουν να ξεπηδούν από τις σελίδες βοτανολογικού συγγράμματος, κερδίζοντας τις εντυπώσεις, τόσο στους ακαδημαϊκούς κύκλους όσο και στον κόσμο της τέχνης. Στον τύπο της εποχής, ο χρυσοχόος παραλληλίζεται με τον μυθικό Μίδα, και τα έργα του με τις δημιουργίες-κοσμήματα του –φίλου του-Salvador Dali.

Στον Μικρόκοσμο (1974), τα λεπτεπίλεπτα σώματα των εντόμων γίνονται έργα τέχνης σε ασήμι και ημιπολύτιμες πέτρες. Με τη δεξιοτεχνία του γλύπτη, οι πολύχρωμοι λίθοι σμιλεύονται στο εργαστήρι του χρυσοχόου για να γίνουν θώρακες σκαθαριών ή διάφανα φτερά, χρησιμοποιώντας τεχνικές πρωτοπόρες - και ο Ηλίας Λαλαούνης τιμάται από τους κριτικούς τέχνης με τον ‘τίτλο’ του Έλληνα Faberge’. Η αναφορά στην Αττική γη στη συλλογή αυτή, έμμεση όσο και άμεση: με αφορμή τα μικροσκοπικά πλάσματα που κατοικούν πάνω σε αυτή, ο δημιουργός μας ταξιδεύει στον μύθο, εκεί που το τζιτζίκι και το μυρμήγκι γίνονται πρωταγωνιστές του Αισώπου, και η θνητή Αράχνη καταδικάζεται πάντα να υφαίνει.

Τέλος, στη συλλογή Γλάυκες και Ανθέμια (1975) σχηματοποιημένα άνθη που λειτουργούν ως διακοσμητικά μοτίβα από την αρχαιότητα, συνδυάζουν φύση και τέχνη. Η γλαύκα, αρχαίο σύμβολο της πόλης της Αθήνας και της Θεάς που την προστάτευε, αποκτά για τον Ηλία Λαλαούνη μια χροιά πιο προσωπική. Η μορφή της ταξιδεύει τον ίδιο, που γεννήθηκε στους πρόποδες του Ιερού Βράχου (εκεί που σήμερα το Μουσείο Κοσμήματος φέρει το όνομά του) σε μια άλλη Αθήνα, όπου ακουγόταν ακόμα το σούρουπο, τα καλοκαιρινά βράδια, η φωνή της κουκουβάγιας. Ημιπολύτιμες πέτρες, ανάμεσά τους και ο οψιανός – ένα υλικό Ελληνικό – γίνονται γλυπτά, συνδέουν το παρελθόν με το παρόν, και με τις αναμνήσεις του ίδιου του δημιουργού, άρρηκτα συνδεδεμένες με ένα άλλο Αττικό Τοπίο.

Στην έκθεση αυτή, με κοινό παρονομαστή την Αττική γη, το άγγιγμα του χρυσοχόου Ηλία Λαλαούνη αντιπαραβάλλεται με την προκλητική ματιά του Μανώλη Ζαχαριουδάκη, του Χάρη Λάμπερτ, του Γιώργου Χαδούλη και Μανώλη Χάρου, που ζωγραφίζουν εκ του φυσικού, και φωτογραφίζονται επί το έργο από τον φακό του Γιώργου Βδοκάκη. Χρυσός και χρώμα, αποτυπώνουν το οικείο – και το μετουσιώνουν.

lalaounis 3 

Τέσσερις σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες

Η έκθεση Αττικό Τοπίο περιλαμβάνει ποικίλα θέματα του φυσικού περιβάλλοντος της Αττικής και αποτελεί μία συνύπαρξη των καλών τεχνών με τις εφαρμοσμένες. Τέσσερις καλλιτέχνες βγαίνουν και ζωγραφίζουν για πρώτη φορά στη φύση. Πειραματίζονται πάνω σ’ αυτό που βλέπουμε και τον τρόπο που το βλέπουμε. Ζωγραφίζουν εξ’ επαφής και αναζητούν τους παράγοντες που στοιχειοθετούν το ωραίο. Με λίγα λόγια εξετάζουν τον τρόπο που βλέπει το μάτι. Οι εικαστικοί που συμμετέχουν είναι ο Μανώλης Ζαχαριουδάκης, ο Χάρης Λάμπερτ, ο Γιώργος Χαδούλης ο Μανώλης Χάρος ενώ η φωτογραφική αποτύπωση αυτού του οδοιπορικού ανήκει στον Γιώργο Βδοκάκη.

Η θεματολογία τους περιορίζεται στις σκηνές της υπαίθρου. Γεννιέται και αναπτύσσεται κάτω από αίθριους ουρανούς, μεσογειακούς ήλιους, και καταπράσινα λιβάδια. Ακρόπολη, Ανάβυσσο, Βραυρώνα, Σούνιο, Καπανδρίτι, Κουβαράς, Σαλαμίνα είναι κάποιες από τις περιπλανήσεις τους στην Αττική γη. Λάδια, σχέδια, ακουαρέλες και φωτογραφίες προσπαθούν να αποδώσουν το σήμερα με τις εικαστικές τάσεις της εποχής μας συνδυάζοντας τον λυρισμό με μια νέα αντίληψη χρωμάτων.

Δίχως να βουλιάζουν στη βαριά ατμόσφαιρα των νατουραλιστών, χρησιμοποιούν την παλέτα τους για να εκφράσουν το συναίσθημα, το πάθος και την ένταση. Τα στοιχεία της φύσης, το τοπίο γενικότερα είναι χώροι που προσεγγίζουν σχεδιαστικά αλλά δεν αντιγράφουν. Η ζωγραφική τους έχει τη σημασία του πειράματος για την επαλήθευση γενικότερων νόμων. Είναι συγχρόνως πεδίο μαθητείας και άσκησης. Φανερώνει έναν αγώνα για την κατάκτηση της αλήθειας, της γνώσης στον τομέα της ζωγραφικής. Τα σχέδια τους είναι εργαλεία ανίχνευσης και γνώσης της ουσίας, της ψυχής αυτού του κόσμου.

Εμφανείς είναι οι έμμεσοι απόηχοι από τα ευρωπαϊκά κινήματα του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Στην αρχή αποτύπωναν φωτογραφικά και με ρομαντική διάθεση το Αττικό τοπίο έχοντας ιδιαίτερη προτίμηση στην αρχαιότητα ενώ αργότερα με την έλευση του μοντερνισμού, οι καλλιτέχνες επιλέγουν μια πιο ελεύθερη πινελιά και δημιουργούν τοπία με αφηγηματικές ενίοτε τάσεις, απαλλαγμένα από τους κανόνες της φωτογραφικής αποτύπωσης και του ρεαλισμού.

Ο Μανώλης Χάρος επηρεάζεται από την αρχαιότητα, ιχνηλατεί την ιστορία που κρύβεται πίσω από έναν τοίχο ή μια κολώνα, αποκρυπτογραφεί το χθες μέσα από ένα δένδρο.

Οι εικόνες του ξεπερνούν τη νατουραλιστική αποτύπωση της σιωπής και μεταφέρουν την μεταφυσική ατμόσφαιρα του Bőcklin. Δεν αποτελούν αυτοτελείς συνθέσεις. Μπορεί να αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου έργου. Η γοητεία της ζωγραφικής του στηρίζεται στην ασάφειά της. Εξάλλου τίποτα το πολύ σαφές και εκλογικεύσιμο δεν είναι δυνατόν να μας γοητεύσει. Η γοητεία είναι κάτι σαν μουσική, είναι μια αιώρηση ανάμεσα στο είναι και στο μη είναι.

Ο Μανώλης Ζαχαριουδάκης με αφαιρετική διάθεση δημιουργεί από μελάνι και κάρβουνο ένα patch της Αττικής γης, πολλαπλά μικρά τοπία στην ίδια εικόνα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η ουσία μιας γραμμής είναι αφαίρεση• εξάλλου πόσες φορές μεγάλοι καλλιτέχνες δεν τόνισαν το γεγονός ότι δεν υπάρχουν γραμμές στη φύση, πως το περίγραμμα ενός αντικειμένου είναι ένα σχήμα καθαρά νοητικό, πως η γραμμή που οριοθετεί ένα πράγμα δεν υπάρχει πουθενά, πως έχουμε να κάνουμε με ένα νεφέλωμα παρά με ένα ευδιάκριτο σχήμα.

Ο Γιώργος Χαδούλης με κοφτές νευρικές πινελιές και με εκούσια απουσία του περιγράμματος των σχημάτων, περίπου αρχέγονα, αποδίδει την φωτεινή εντύπωση της στιγμής αλλά και τις σπάνιες ατμοσφαιρικές όψεις που σχηματίζονται όταν πέφτει καταχνιά στην θάλασσα και τις πλαγιές. Λούζει τα έργα του με το Αττικό φως το οποίο αποτελεί και δομικό στοιχείο της παράστασης, «ζυμωμένο» με τα χρώματα και την υλική τους σύσταση. Ζωγραφίζει τη δροσιά της αυγής, τη ψύχρα και την υγρασία της νύχτας. Ζωγραφίζει τις κλιματολογικές συνθήκες περισσότερο παρά τις γεωγραφικές.

Ο Χάρης Λάμπερτ ακολουθώντας το γνώριμο ύφος της pop art και με την τεχνική μιας πιο ελεύθερης πινελιάς και φωτεινότερα χρώματα αντιμετωπίζει το τοπίο σαν μια αυτοτελή σύνθεση. Επηρεασμένος από τις αρχές της πρώιμης Αναγέννησης ξαναδίνει νόμους όπως οι Ιταλοί καλλιτέχνες, γιατί πιστεύει ότι το έργο τέχνης αποτελεί έκφραση των αιώνιων αρμονιών της φύσης και γι’ αυτό δεν μπορεί να αφεθεί στην τύχη. Ανακεφαλαιώνει την εξέλιξη των θεωριών περί αναλογίας, αρμονίας και γεωμετρικών κανόνων και αποτυπώνει την ψυχή του τοπίου, ενώ ο Γιώργος Βδοκάκης μέσα από τον φωτογραφικό του φακό και τοvideo, προτείνει τη δική του εκδοχή ξεκινώντας την καταγραφή από επαναλαμβανόμενα γενικά πλάνα, και – προχωρώντας και αποτυπώνοντας μεγεθυσμένες λεπτομέρειες του Αττικού τοπίου και των καλλιτεχνών ¬– καταλήγει στη λήψη του υπόλοιπου «σκηνικού» περίγυρου. Οι φωτογραφίες του εξιστορούν κινηματογραφικά, καρέ-καρέ και με τρόπο αφηγηματικό τις στιγμές αυτού του εικαστικού οδοιπορικού.

Τοπία με τάσεις ρεαλιστικές, αφαιρετικές, ιμπρεσσιονιστικές κυριαρχούν στην ζωγραφική και των τεσσάρων καλλιτεχνών και συνυπάρχουν διαλεκτικά με μνήμες και οπτικά βιώματα από την αττική ατμόσφαιρα που μετουσιώνει τα αντικείμενα και τις επιδράσεις του φωτός στον τόπο μας. Παγιδεύουν αυτή τη βαθύτερη ζωή που κρύβεται αλλά και υπάρχει πίσω από την πραγματικότητα, ακριβώς εκεί που αρχίζει η ποίηση.

Κάποιοι αποφεύγουν τους ουδέτερους τόνους, τα μαύρα, και τα γκρι που αφαιρούν από τα αντικείμενα τη φωτεινότητα τους. Άλλοι πάλι το επιδιώκουν. Το τελικό αποτέλεσμα διακρίνεται για την πηγαιότητα και την γνησιότητα των αναζητήσεων τους, την ειλικρίνεια και τον πλούτο της εκφραστικής τους γλώσσας, την ποιότητα και την αλήθεια των διατυπώσεων τους. Η ζωγραφική τους γραφή είναι έντιμη, χωρίς τεχνάσματα, με ψυχική γενναιοδωρία προς τον θεατή.

Τεύχος 1 (για Ρωσία)